Σάββατο, 12 Οκτωβρίου 2013 19:32

Ιστορία

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(7 ψήφοι)
Η προέλευση των Πλατανιτών χάνεται στα βάθη των αιώνων. Κατά την παράδοση, οι Πλατανίτες είναι απόγονοι των Αιγινητών. Οι Αιγινήτες όταν εκτοπίστηκαν από τους Αθηναίους, εγκαταστάθηκαν στην Θυρεατική γη, η οποία τους παραχωρήθηκε από τους Σπαρτιάτες συμμάχους τους για να οικήσουν και να καλλιεργήσουν.
Η γή που τους παραχωρήθηκε ήταν εκείνη της παραλίας του Κάστρου του Αγίου Ανδρέα κατά την επικρατέστερη άποψη, από κει ανηφόρισαν προς τα ορεινά και εγκαταστάθηκαν ορισμένοι από αυτούς στον σημερινό Πλάτανο.
Η πρώτη γραπτή ιστορική εμφάνιση του Πλατάνου με την ονομασία Πλαταμώνας έγινε από τον Γεώργιο Φραντζή, Πρωθυπουργό του τελευταίου Αυτοκράτορα του Βυζαντίου, το έτος 1467 στο περί αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως βιβλίο του, ο Πλαταμώνας ήταν ένα από τα χωριά που δόθηκε ως αντάλλαγμα στην προίκα της Δούκισσας των Αθηνών και των Θηβών Μαρίας Μελισσινής, συζύγου του Δούκα Κυρ Ατζόλη.
 
 

Τα Νερά του Πλατάνου 

Η αποξήρανση της λογικής, η αποστέγνωση της πολιτικής και η  επαπειλούμενη…αφυδάτωση  χωριών  και  φαραγγιών .

Το Παραμύθι Μας

Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα μαγευτικό και πανέμορφο βουνό, τον Πάρνωνα, χιλιάδες άνθρωποι, στα γραφικά και ξεχωριστά χωριά του, ξεδίπλωναν δημιουργικά την καθημερινότητα, σμιλεύοντας το χρόνο με τη φαντασία και χτίζοντας με όνειρα τη λογική.

Η μητέρα Πατρίδα και ο πατήρ Κράτος (ακαθορίστου φύλου και γένους ουδετέρου) τους αγνοούσαν και μόνο προεκλογικά τους ανακάλυπταν, χτίζοντάς τους με τα λόγια ανώγεια και κατώγεια και μοιράζοντάς τους υποσχέσεις, πλουσιοπάροχα μεν άνευ αντικρίσματος δε.

Κάπως έτσι κυλούσε ο καιρός ώσπου άλλαξαν οι εποχές, παρουσιάστηκαν νέες ανάγκες, καινούρια προβλήματα προστέθηκαν στα άλυτα παλιά, και μόνο η κυρία Κρατική Μέριμνα, η κυρία  Περιφερειακή Ανάπτυξη και ο κύριος Κρατικός Προγραμματισμός παρέμεναν ίδιοι, συνεχίζοντας να γρατζουνάνε τη βιόλα τους στον ίδιο ανάλγητο σκοπό.

Είδαν κι απόειδαν οι κάτοικοι κι αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν στη μάνα Πατρίδα, πιάνοντας γραμμή, έπειτα από προσπάθειες μηνών,  στο μοναδικό τηλέφωνο των χωριών:

-Ελλάς, Ελλάς ….τι θα γίνει μάνα μας με εμάς; Είχε παράσιτα, κόπηκε η γραμμή, δεν ξαναλειτούργησε  το τηλέφωνο, στείλανε γράμμα και γραφή κι απάντηση δεν πήραν …και πήραν τα λιγοστά μπογαλάκια τους και των οματιών τους, τραβώντας άλλοι για  Αμερική, Καναδά,  Αυστραλία, Γερμανία, άλλοι για το Μεγάλο Χωριό της Αθήνας κι άλλοι για τα χωριά του  κάμπου και το γιαλό.

Κάπως έτσι  σταμάτησε να δουλεύει η φτερωτή του μύλου, έγιναν ρουμάνια τα αλώνια, χάθηκαν τα καραβάνια στα λιθόστρωτα, σίγησε η ανθρώπινη λαλιά και το τραγούδι στο δάσος, σφραγίστηκαν οι πόρτες των σχολειών, έσβησε το όνειρο …….

Και μείνανε λιγοστοί στα χωριά να φυλάνε Θερμοπύλες και για να κρατήσουν ζωντανή την ελπίδα, ζώντας με τις αναμνήσεις κι έχοντας παρηγοριά το ανυπέρβλητο φυσικό μεγαλείο του Πάρνωνα .

Έτσι τελειώνει τούτο το παραμύθι της αλήθειας κι αρχίζει  η πραγματικότητα  για τη λογική του παράλογου ή το  παράλογο της λογικής.